Οπισθόφυλλο
Το αλάτι
πίσω από τ' αυτί
Του Αργύρη Παλούκα
...............................
Ο θάνατος έρχεται πάντα με τις καλύτερες προθέσεις. Ο
θάνατος έρχεται πάντοτε λουσμένος στο φως. Πόσα χέρια να ζεστάνεις και πόσα να
σε ζεστάνουνε; Ο θάνατος μαζεύει απ' τα σκουπίδια τη βροχή, τα λόγια που δεν
είπαμε όταν έπρεπε. Ο θάνατος είν' ένα φίδι φοβισμένο και τριγυρίζει κατάκοπος
για νερό μες στο ξερό χόρτο του καλοκαιριού. Μπαίνουνε μέσα και τα πόδια μας
αμάθητα, γυμνά, με τα μαλακά τους πέλματα.
*
Γρήγορα προς τη χαρά, προσπερνώντας δηλαδή τη μια χαρά και
πηγαίνοντας στην άλλη, χωρίς να δοκιμάσουνε ολόκληρη τη χαρά, για το πέρασμα
πιο πολύ απ' τη χαρά ήταν σ' ένα αυτοσχέδιο μπαλκόνι μια μέρα ένα ζευγάρι.
Είχανε βάλει στην άκρη ενός γκρεμού δυο πλαστικές καρέκλες κι ένα μικρό τραπέζι
και πάνω στο τραπέζι λίγο φαγητό. Να τους χτυπάει ο ήλιος κατακέφαλα κι ήθελα
εγώ να σταματήσω και να τους φιλήσω τα χέρια. Δε σταμάτησα και δεν τους μίλησα,
γιατί δεν ήθελα να διακόψω την αγάπη που μόλις είχε πάρει και γινότανε κάδρο
και μπόρεσα έστω με τη φαντασία μου να τρυπώσω για λίγο μέσα και να 'χω για το
δρόμο τη φανταστική γεύση της αγάπης- που γνωρίζεις τον άλλο από μακριά,
απ' το πώς απλώνει το χέρι, πώς στραβώνει το πόδι, απ' τα μαλλιά που 'ναι πάνω
στους ώμους ξαφνικά άλλο σώμα, ξεχωριστό, μ' ένα τεράστιο στόμα π' ανοίγει και
ζητάει σαν νεοσσός- απ' τον ιδρωμένο σβέρκο και τη μυρωδιά του κροτάφου. Γιατί
τα χέρια γίνεται ν' απλώνουνε, να πλατσουρίζουνε και σε φανταστικά νερά, γιατί
τα ρούχα συγκρατούν για λίγο το βάρος του σώματος και τα ερωτόλογα σε
υδρατμούς.
*
Τώρα κατεβαίνω στο όνειρο, βρέχει και γυαλίζει το όνειρο και
το χέρι της Μαρίας πάλι τίποτα δε ζητάει. Γιατί το χέρι της Μαρίας είν' ένα
χέρι που κρέμεται σαν γεράνι έξω από την πόρτα του οδηγού σ' ένα αυτοκίνητο
καλοκαίρι καιρό και περιμένει. Γιατί το χέρι της Μαρίας είναι του ανθρώπου η
ανάσα και του ανθρώπου η ανάσα τίποτα δε ζητάει και κανέναν δεν πειράζει. Γιατί
του ανθρώπου η ανάσα είναι του ανθρώπου η πατημασιά στην άμμο και του ανθρώπου
τα έργα στην άμμο και είναι μια φωτογραφία που αύριο θα την κοιτάζουν, μια
φωτογραφία μέσα σ' ένα συρτάρι και κανέναν δεν ενοχλεί. Γιατί του ανθρώπου η
ανάσα είν' ο ιδρώτας πάνω στο χέρι κάτω απ' τον ήλιο, ο ιδρώτας που βγαίνει απ'
τους πόρους, ξεθυμαίνει και πάλι απ' την αρχή.
[Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος]