Άσμα για όλες τις θάλασσες και όλα τα καράβια (Song for all seas, all ships) του Walt Whitman
από τη συλλογή Φύλλα Χλόης (Leaves of Grass, 1855) απόδοση : Ναπολέων Λαπαθιώτης
To-day a rude brief recitative,
Of ships sailing the seas, each with its special flag or ship-signal,
Of unnamed heroes in the ships—of waves spreading and spreading far as the eye can reach,
Of dashing spray, and the winds piping and blowing,
And out of these a chant for the sailors of all nations,
Fitful, like a surge.
| Θάναι τραχιά και σύντομα τα σημερνά τα λόγια μου,
Για τα καράβια που αρμενίζουν μέσ’ τις θάλασσες, καθένα με την ίδια του σημαία, και με το σήμα,
Για τους αγνώστους ήρωες πούναι μέσ΄ τα καράβια – για τα κύματα που απλώνονται, κι απλώνονται, πιο πέρα κι απ΄ το μάτι,
Για τη νερόσκονη που σπάει και τους αγέρηδες οπού σφουράνε και φυσάν,
Και θέλω να υψωθεί μέσ΄ απ΄ τα λόγια μου, κι ένα τραγούδι για τους ναύτες όλων των εθνών,
Απότομο ως το κύμα.
|
Of sea-captains young or old, and the mates, and of all intrepid sailors,
Of the few, very choice, taciturn, whom fate can never surprise nor death dismay.
Pick'd sparingly without noise by thee old ocean, chosen by thee,
Thou sea that pickest and cullest the race in time, and unitest nations,
Suckled by thee, old husky nurse, embodying thee,
Indomitable, untamed as thee.
|
Θέλω να υμνήσω τους πρώτους καπετάνιους, τους γέρους ή τους νέους, και τους δεύτερους, κι όλους τους ατρόμητους τους ναύτες,
Τους λίγους κι εκλεχτούς, τους σιωπηλούς, που η μοίρα δεν μπορεί να τους ξαφνιάσει, μήτε και να τους σκιάξει ποτέ ο θάνατος.
Προσεχτικά από σένα, μαζωμένοι, γέρικε ωκεανέ, και διαλεγμένοι,
Από σένα, θάλασσα, που διαλές και ξεδιαλές τη ράτσα μέσ’ απ΄ τους καιρούς, κι ενώνεις όλα τα έθνη.
Θρεμένοι από τα σένα, γριά παραμάνα δύστροπη, και που να σ΄ ενσαρκώνουν,
Ατίθασοι, άγριοι, σαν και σένα.
|
(Ever the heroes on water or on land, by ones or twos appearing,
Ever the stock preserv'd and never lost, though rare, enough for seed preserv'd.)
|
(Πάντα να βγαίνουν ήρωες σε στεριά και θάλασσα, μονάχοι, καν δυο - δυο, –
Πάντα η γενιά τους να βαστάει, δίχως ποτέ της να σωθεί – αν κι είναι σπάνιοι, μ΄ αρκετοί, το σπέρμα να φυλάξουν).
|
2
|
Flaunt out O sea your separate flags of nations!
Flaunt out visible as ever the various ship-signals!
But do you reserve especially for yourself and for the soul of man one flag above all the rest,
A spiritual woven signal for all nations, emblem of man elate above death,
Token of all brave captains and all intrepid sailors and mates,
And all that went down doing their duty,
Reminiscent of them, twined from all intrepid captains young or old,
A pennant universal, subtly waving all time, o'er all brave sailors,
All seas, all ships.
|
Άπλωνε, ω θάλασσα, τις χωριστές σημαίες των εθνών!
Άπλωνε, πάντα φανερά, τα χώρια σήματά τους!
Μόν’ βάστα, σε παρακαλώ, για σένα και για του ανθρώπου την ψυχή, κάποια σημαία που νάναι παραπάνου απ΄ όλες,
Σήμα νοερό, υφασμένο για όλα τα έθνη, σήμα του ανθρώπου που αίρεται πιο πάνου κι απ΄ το θάνατο,
Μνημόσυνο όλων των γενναίων καπεταναίων, των πρώτων και των δεύτερων, και των γενναίων ναυτών,
Κι όλων όσοι έχουν χαθεί, κάνοντας το καθήκον,
Που να βαστάει τη μνήμη τους και νάχει στο ύφασμά της, άτι απ΄ τους αφόβους καπεταναίους, τους νέους και τους γέρους,
Ένα παγκόσμιο λάβαρο, που πάντα μαλακά να κυματίζει, απάνω απ΄ όλους τους αντρείους τους ναύτες,
Σ΄ όλες τις θάλασσες και σ΄ όλα τα καράβια.-
|
Δάκρυα (Tears) του Walt Whitman από τη συλλογή Φύλλα Χλόης (Leaves of Grass, 1855)
απόδοση : Ναπολέων Λαπαθιώτης
Tears! tears! tears!
In the night, in solitude, tears,
On the white shore dripping, dripping, suck'd in by the sand,
Tears, not a star shining, all dark and desolate,
Moist tears from the eyes of a muffled head;
O who is that ghost? that form in the dark, with tears?
What shapeless lump is that, bent, crouch'd there on the sand?
Streaming tears, sobbing tears, throes, choked with wild cries;
O storm, embodied, rising, careering with swift steps along the beach!
O wild and dismal night storm, with wind—O belching and desperate!
O shade so sedate and decorous by day, with calm countenance and regulated pace,
But away at night as you fly, none looking—O then the unloosen'd ocean,
Of tears! tears! tears!
Δάκρυα! Δάκρυα! Δάκρυα!
Μέσ΄ την ερμιά και μέσ΄ τη νύχτα, δάκρυα,
Που πέφτουν, πέφτουν στάλα – στάλα στο λευκό ακρογιάλι κι η αμμουδιά τα πίνει,
Δάκρυα και μήτ΄ έν΄ άστρο που να λάμπει όλα άνελπα και μαύρα,
Δάκρυα που τρέχουν απ΄ τα υγρά τα μάτια μιανής μορφής με σκεπασμένο πρόσωπο·
Ω ποια είν΄ αυτή η σκιά; Η οπτασία αυτή που κλαίει μέσ’ τα σκοτάδια;
Ποιος όγκος άμορφος, εκεί, είναι τος σκυφτός στην αμμουδιά;
Κύματα δάκρυα και λυγμοί, αγωνίες που μέσα πνίγονται κραυγές τρελλές.
Μην είσ΄ εσύ, εσύ τάχα, ενσαρκωμένη τρικυμία, που υψώνεσαι έτσι και περνάς στον όρμο βιαστικά!
Ω τρικυμία νυχτερινή, πένθιμη κι αγριωπή, με τον αγέρα σου – όλο σπασμούς κι αλλοφροσύνη!
Ω σκιά τόσο ήρεμη κι αξιόπρεπη τη μέρα, με το γαλήνιο πρόσωπό σου και με την ταχτικιά περπατησά σου
Όμως τη νύχτα, άμα κανένας δε σε βλέπει και ξεσπάς – σε τι αβάσταχτον ωκεανόν μεταμορφώνεσαι,